Το Κατάρ για πρώτη φορά παραδέχθηκε επίσημα πως συμμετείχε με στρατιωτικό προσωπικό στο πλάϊ των αντικαθεστωτικών του Εθνικού Μεταβατικού Συμβουλίου στον πόλεμο της Λιβύης.
Η παραδοχή αφενός επιικυρώνει επίσημα την άριστη συνεργασία ΕΜΣ και Κατάρ, αφετέρου εντάσσεται στην ίδια εκστρατεία εορτασμού της “επόμενης μέρας” για τη Λιβύη, την οποία σηματοδότησε η εκτέλεση του Μουάμαρ Καντάφι (Muammar Qadhafi) κατά τους δυτικούς ηγέτες.
Τα ίδια τα σχόλια των αρχιτεκτόνων της επέμβασης στη Λιβύη για το θάνατο του Λίβου ηγέτη καταδεικνύουν μια προσπάθεια στροφής της προσοχής στο αποτέλεσμα της εκστρατείας και τις μελλοντικές προοπτικές της, παρακάμπτοντας καίρια ερωτήματα ως προς τη νομιμότητα των μέσων και των στόχων της επιχείρησης. Η “απελευθέρωση από τον τύραννο” είναι το αντιστάθμισμα των παραβιάσεων του διεθνούς δικαίου και των σχετικών αποφάσεων του ΟΗΕ.
Η παρρησία τους, ωστόσο, ως προς την στρατιωτική επίλυση της σύγκρουσης και την “επιτυχή” έκβασή της, καθώς και για τον ευνοϊκό και καθοριστικό ρόλο του στρατού, που εν προκειμένω φτάνει μέχρι την θριαμβευτική ανοιχτή παραδοχή της παραβίασης των όρων του ψηφίσματος 1973 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, ίσως να υποκρύπτει ένα σχέδιο παράτασης της παραμονής του ΝΑΤΟ στη χώρα, ενδεχομένως και μόνιμης εγκατάστασής του – μέσω δημιουργίας στρατιωτικής βάσης – που σίγουρα δεν πρόκειται να αφήσει ανεπηρέαστες τις πολιτικές εξελίξεις, καθώς η χώρα αρχίζει να προετοιμάζεται για τη “μετάβαση στη δημοκρατία”.
Την Τετάρτη 26 Οκτωβρίου 2011 ο Επιτελάρχης του στρατού του Κατάρ, Υποστράτηγος Χαμάντ μπιν Αλί αλ-Ατίγια (Hamad bin Ali al-Atiya) – τον οποίο στην Ελλαδα τον γνωρίζουμε από την επίσκεψή του στα τέλη Ιουνίου στη χώρα μας ως προσκλεκλημένος του Αρχηγού ΓΕΕΘΑ Πτέραρχου Ι. Γιάγκου για την υπογραφή συμφώνου στρατιωτικής συνεργασίας – δήλωσε στα πλαίσια συνάντησης στη Ντόχα (Doha) του Κατάρ μεταξύ των στρατιωτικών εταίρων του Εθνικού Μεταβατικού Συμβουλίου:
“Ήμασταν ανάμεσά τους και ο αριθμός των Καταρινών στο έδαφος ήταν εκατοντάδες σε κάθε περιοχή”
Μέχρι σήμερα, το Κατάρ παραδεχόταν επίσημα μόνο τη διάθεση αεροπλάνων της πολεμικής αεροπορίας του για την υποστήριξη των ΝΑΤΟϊκών επιχειρήσεων στη Λιβύη, ενώ με υπεκφυγές και με αρκετά μικρότερη προθυμία είχε παραδεχθεί, ήδη από τα μέσα Απριλίου 2011, πως εξόπλιζε με όπλα και πολεμοφόδια και παρείχε εκπαίδευση στους αντικαθεστωτικούς.
Ο Εμίρης του Κατάρ, Χαμάντ μπιν Χαλίφα αλ-Θάνι (Hamad bin Khalifa al-Thani) σχολίαζε τότε σχετικά:
Το κόστος, βέβαια, των εξοπλισμών, των προμηθειών και της αποστολής ανθρώπινου δυναμικού στη Λιβύη δεν θα το επωμίζονταν οι Δυτικοί, τουλάχιστον όχι μακροπρόθεσμα ή χωρίς τα ανάλογα ανταλλάγματα. Έτσι, την ίδια ημέρα που άρχισαν οι συμμαχικοί βομβαρδισμοί στη Λιβύη ιδρύθηκε η νέα Κεντρική Τράπεζα της Βεγγάζης με στόχο τον έλεγχο της νομισματικής πολιτικής (επί Καντάφι η Κεντρική Τράπεζα της Λιβύης ήταν κρατικής ιδιοκτησίας) καθώς και νέα Λιβυκή Εταιρεία Πετρελαίου για τον έλεγχο της παραγωγής και διάθεσης πετρελαίου. Λίγο αργότερα, την 1η Απριλίου 2011, συνάφθηκε συμφωνία μεταξύ του Εθνικού Μεταβατικού Συμβουλίου (National Transitional Council) και του Κατάρ για μεταφορά και εμπορία του πετρελαίου που παραγόταν στις ελεγχόμενες από τους αντικαθεστωτικούς περιοχές, ενώ μετά την αναγνώριση του Εθνικού Μεταβατικού Συμβουλίου από την Ιταλία, η ιταλική πετρελαϊκή εταιρεία ΕΝΙ άρχισε να διαπραγματεύεται με τους αντικαθεστωτικούς. Έτσι ο έλεγχος των τραπεζών και του πετρελαίου της μέχρι τότε “ελεύθερης Λιβύης” πέρασε στα χέρια μιας πολιτικά ελεγχόμενης ελίτ, που βέβαια δεν είχε ποτέ εκλεγεί σ’ αυτή τη θέση, για τη χρηματοδότηση του λιβυκού εμφυλίου.
Η στρατιωτική εκπαίδευση των αντικαθεστωτικών δυνάμεων προβαλλόταν στα πρώτα βήματα της επιχείρησης και στα πλαίσια των επανερμηνειών των ψηφισμάτων του ΟΗΕ, ως μέσο εξασφάλισης και προστασίας της ζωής των αμάχων (δεν αντιμετωπίζονταν, δηλαδή, οι αντικαθεστωτικοί ως το ένα μέρος σε μια εμπόλεμη διαμάχη). Επίσης, αναπλήρωνε, υποτίθεται, την ανάγκη κινητοποίησης από τη συμμαχία δικών της στρατευμάτων σε λιβυκό έδαφος (αυτή η παράμετρος είχε αναδειχθεί ως ίδιο μέτρο “νομιμότητας” της επιχείρησης). Η αναγκαιότητα εκπαίδευσης θεμελιωνόταν, ακόμη, στη λειτουργία της ως μέτρο ασφαλείας, αφενός για την αποτελεσματική χρήση των υψηλού κόστους και περιπλοκότητας όπλων, αφετέρου για την εξασφάλιση πως τα όπλα δεν θα κατέληγαν στα χέρια μουσουλμάνων φονταμενταλιστών, γεγονός που εγνωσμένα δεν αποφεύχθηκε καθώς υπήρχε απο πολύ νωρίς πλήθος πληροφοριών για συμμετοχή ακραίων μουσουλμάνων στη μάχη κατά του Καντάφι, ενώ πλέον βρίθουν οι αναφορές για απωλεσθέντες πυραύλους εδάφους – αέρος.
Η αναγκαιότητα της προστασίας των αμάχων όρισε τη σκοπιμότητα του εξοπλισμού των αντικαθεστωτικών, ο εξοπλισμός τους κατέστησε σκόπιμη την εκπαίδευσή τους, η εκπαίδευσή τους επέβαλε την ανάγκη υποστήριξής τους σε οργανωτικό, λογιστικό επίπεδο κι αυτή με τη σειρά της οδήγησε στην επιχειρησιακή καθοδήγησή τους με την ευρεία ανάτπυξη στρατιωτικού προσωπικού στη Λιβύη, σε μια κλιμακωτή διαδικασία νομιμοποίησης ολοένα και μεγαλύτερης ανάμιξης.
Ο Hamad bin Ali al-Atiya συμπληρώνει στη δήλωσή του πως οι δυνάμεις του Κατάρ:
“είχαν αναλάβει την εκπαίδευση και τις επιχειρήσεις επικοινωνιών”
και πως:
“Το Κατάρ είχε την εποπτεία των σχεδίων των εξεγερμένων, επειδή είναι πολίτες και δεν είχαν επαρκή στρατιωτική εμπειρία. Ενεργήσαμε ως σύνδεσμος μεταξύ των εξεργεμένων και των δυνάμεων του ΝΑΤΟ“
Με τη σειρά του, ο αρχηγός του Εθνικού Μεταβατικού Συμβουλίου Μουσταφά Αμπντούλ Τζαλίλ (Mustafa Abdul Jalil) παρατήρησε πως το Κατάρ
“υπήρξε ένας σημαντικός εταίρος σε όλες τις μάχες που δώσαμε”
και πως οι δυνάμεις του “σχεδίασαν” όλες τις μάχες που προλείαναν το έδαφος για την κατάληψη από τους μαχητές του Εθνικού Μεταβατικού Συμβουλίου των πόλεων και των κωμοπόλεων που βρίσκονταν υπό τον έλεγχο του Καντάφι.
Τα λόγια του αρχηγού του επιτελείου στρατού του Κατάρ και του επικεφαλής του ΕΜΣ δεν ξαφνιάζουν όσον αφορά τη γνώση ή την αφήγηση των τεκταινομένων στη Λιβύη, καθώς τόσο αναφορές όσο και βίντεο έβρισκαν το δρόμο προς την δημοσιότητα. Καταφέρνουν, όμως, να αναιρέσουν κάποια από τα αμφίβολα επιχειρήματα του ΝΑΤΟ ότι δεν συνεργαζόταν με τους εξεγερμένους σε επιχειρησιακό επίπεδο και πως σ’ αυτόν τον τομέα οι δύο δυνάμεις ήταν ανεξάρτητες.