Τη 1η Αυγούστου 2012 εγκαινίασε τη λειτουργία της η πρώτη εγκατάσταση του ΝΑΤΟ στη Ρωσία, τυπικά συμμετέχοντας στις εργασίες απόσυρσης των δυνάμεων της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας από το Αφγανιστάν, τις επιχειρήσεις της οποίας υποστήριξε ήδη από το 2009 η Ρωσία προσφέροντας μεταγωγικές διευκολύνσεις.
Η λειτουργία, όμως, αυτής της νέας ΝΑΤΟϊκής εγκατάστασης στο κέντρο της Ευρασίας συνιστά ένα κρίσιμο σκέλος στην προσπάθεια έλεγχου της Κεντρικής Ασίας, σημαντικού γεω-οικονομικού/πολιτικού κέντρου, από τις ΗΠΑ.
Ειρωνικά η περιοχή εγκατάστασης της ΝΑΤΟϊκής βάσης, η πόλη Ulyanovsk, είναι και η γενέτειρα του Βλάντιμιρ Ουλιάνοφ Λένιν (Vladimir Ulyanov – Lenin), ιστορικού ηγέτη των μπολσεβίκων, του οποίου φέρει και το όνομα!
Ρώσοι αναλυτές επισημαίνουν πως η εξέλιξη αυτή συνιστά μια μοναδική νίκη για τις ΗΠΑ, που συντελέστηκε με όρους “οικονομικής κατάκτησης” της Ρωσίας, πολιτική που εφαρμόζουν ευρέως οι ΗΠΑ για την διείσδυση και την εγκαθίδρυση της επιρροής τους σε χώρες της Κεντρικής Ασίας, εντάσσοντάς τις στον αμερικανικό χάρτη στρατηγικού σχεδιασμού.
Οι κύριες συνιστώσες της αμερικανικής στρατηγικής στην Ευρασία προσδιορίζονται στα δύο σχέδιά της, το Βόρειο Δίκτυο Διανομής (Northern Distribution Network – NDN) και τον Σύγχρονο Δρόμο του Μεταξιού (Modern Silk Road – MSR).
Το Βόρειο Δίκτυο Διανομής, μέρος του οποίου είναι η το μεταγωγικό κέντρο του Ulyanovsk, αποτελεί ένα στρατιωτικό δίκτυο μεταφοράς προμηθειών που συνδέει τη Λετονία και τη Γεωργία με το Αφγανιστάν μέσω της Ρωσίας, της Κεντρικής Ασίας και της περιοχής του Καυκάσου. Σύμφωνα με τους εμπνευστές και τους δημιουργούς του, το δίκτυο αυτό εξυπηρετεί τόσο άμεσες στρατιωτικές ανάγκες, όσο και τους μακροπρόθεσμους στρατηγικούς στόχους των ΗΠΑ. Συγκροτεί μια σειρά “εμπορικά-θεμελιωμένων λογιστικών διευθετήσεων” που θα πολλαπλασιαστούν από τη στιγμή που θα εγκαθιδρυθούν, θα βοηθήσουν τις ΗΠΑ να προωθήσουν τα συμφέροντά τους στο εσωτερικό των χωρών διαμεταγωγής και εξασφαλίζει την μακροπρόθεσμη παρουσία και ανάμιξη των ΗΠΑ στη περιοχή.
Ο Σύγχρονος Δρόμος του Μεταξιού αποτελεί ένα γιγάντιο δίκτυο γραμμών επικοινωνίας, που περιλαμβάνουν μεταφορές, ηλεκτρική παραγωγή, τηλεπικοινωνίες και αγωγούς πετρελαίου και φυσικού αερίου “που θα εκτείνονται από το Αμβούργο ως το Ανόϊ, από τη Μουμπάη ως το Μαρόκο”. Αυτό το δίκτυο θα παρακάμπτει εσκεμμένα τη Ρωσία, ώστε να αποτρέψει την “εγκαθίδρυση ενός μονοπωλείου επί των ενεργειακών πηγών ή των ενεργειακών υποδομών μεταφοράς τους στις χώρες της Κεντρικής Ασίας και του Νότιου Καυκάσου”.
Οι τοπικές εταιρείες μεταφορών εμπλέκονται ενεργά στην υλοποίηση των έργων αυτών ως εργολάβοι: σύμφωνα με Αμερικανούς αξιωματούχους οι ρωσικές εταιρείες έχουν καταστεί “βαθιά εξαρτημένες” από αυτές τις επιχειρήσεις που τους αποφέρουν 1 δις δολάρια το χρόνο. Οι εμπνευστές των έργων σκοπεύουν να αυξήσουν την τοπική απορρόφηση των προμηθειών για το Αφγανιστάν “για να ενισχυθεί η καλή θέληση μεταξύ όλων των συμμετεχόντων στο NDN” και να αποκτήσουν “μεγαλύτερο μερίδιο (και επενδεδυμένα συμφέροντα) στη συνεχιζόμενη λειτουργία του Βόρειου Δικτύου Διανομής”.
Με απλά λόγια, το Βόρειο Δίκτυο Διανομής και ο Σύγχρονος Δρόμος του Μεταξιού προωθούν ένα σημαντικό αριθμό στρατηγικών στόχων ταυτόχρονα:
- την παροχή πρόσβασης ή την δημιουργία υποδομών για την εξαγωγή του τεράστιου φυσικού πλούτου του Αφγανιστάν και των χωρών της Κεντρικής Ασίας,
- την ιδιωτικοποίηση των φυσικών τους πόρων προς όφελος των αμερικανικών επιχειρήσεων και των τοπικών συνεργατών τους,
- την εδραίωση ενός ισχυρού φιλο-Νατοϊκού λόμπυ εντός των κυβερνήσεων και των επιχειρηματικών κοινοτήτων των χωρών διαμεταγωγής,
- την επιβολή “δημοκρατικοποίησης” και την εγκαθίδρυση φιλο-ΝΑΤΟϊκών και αντι-Ρωσικών καθεστώτων στη περιοχή και
- την παροχή προσχημάτων για την δημιουργία στρατιωτικών βάσεων “για τη προστασία των υποδομών”.
Σε στρατηγικό επίπεδο, επιχειρούν να ανακατευθύνουν τη ροή πολύτιμων φυσικών πόρων από τη Κίνα στο Πακιστάν και την Ινδία (εμποδίζοντας/ελέγχοντας τη συνεχιζόμενη οικονομική ανάπτυξη της πρώτης) και να συγκροτήσουν εναλλακτικές πολιτικο-οικονομικές οντότητες στη περιοχή, ακυρώνοντας στη πράξη την Ευρασιατική Ένωση που προωθούν η Ρωσία και το Καζακστάν.
Ελέγχοντας το ενεργειακό κέντρο της υφηλίου οι ΗΠΑ επιχειρούν να εξασφαλίσουν τη θέση τους ως κυρίαρχης παγκόσμιας δύναμης, αναχαιτίζοντας την άνοδο χωρών που τις απειλούν, όπως το Ιράν, η Ρωσία και η Κίνα.
Αν και η ενίσχυση των δεσμών και η συνεργασία μεταξύ Ρωσίας και ΗΠΑ στη μετασοβιετική εποχή στηρίχθηκε σημαντικά στον λεγόμενο “πόλεμο κατά της τρομοκρατίας”, που επέτρεψε και στα δύο μέλη να στρέψουν τα βέλη τους σε περιφερειακές απειλές χωρίς να ανησυχούν ιδιαίτερα για τους κύριους ανταγωνιστές τους, αυτή η εξέλιξη θέτει σε αμφισβήτηση την προοπτική ανάκαμψης της Ρωσίας ως παγκόσμιας δύναμης ικανής να ανταγωνιστεί τις ΗΠΑ, παρόλο που εκ των πραγμάτων είναι υποχρεωμένη να φανεί πιο ευέλικτη στην αντιπαράθεσή της με τη Δύση.
Οπωσδήποτε πλήττει το προφίλ του Vladimir Putin στο εσωτερικό της χώρας, καθώς μεγάλο μέρος της δημόσιας εικόνας του έχει στηριχθεί σε μια εθνικιστική και αντι-ιμπεριαλιστική ρητορεία, κατά των δυτικών επεμβάσεων στα εσωτερικά ζητήματα της Ρωσίας. Η συμφωνία για τη λειτουργία της ΝΑΤΟϊκής εγκατάστασης κοντά στον ποταμό Βόλγα έρχεται, όμως, σε ευθεία αντίστιξη με τη ρητορεία αυτή και προδίδει έναν συμβιβασμό και μια παραδοχή για το δυνατό ρόλο της Ρωσίας στη παγκόσμια οικονομική και οικονομική σκακιέρα.