Η υιοθέτηση μιας πολύ αυστηρής πολιτικής ως προς τη συμπεριφορά των μαθητών στα σχολεία στην Αμερική, που εφαρμόστηκε αρχικά για την καταπολέμηση της βίας, των ναρκωτικών και της εγκληματικότητας που μεταφερόταν στις σχολικές αίθουσες και αυλές, φαίνεται να έχει εξελιχθεί σε μια στάση “μηδενικής ανοχής” που έχει μετατρέψει τα σχολεία σε πειθαρχικά ιδρύματα που δεν έχουν ως στόχο την εκπαίδευση των μαθητών, την μόρφωσή τους και τη προαγωγή της κοινωνικής προόδου, αλλά τους αντιμετωπίζουν ως δυνάμει και ενεργεία εγκληματίες.
Αυτή η προσέγγιση φαίνεται να έχει ως αιτίες την θεωρητική/εννοιολογική και οργανωτική αποδέσμευση του σχολείου από τις κοινότητες μέσα στις οποίες λειτουργεί, την αξιολογική χρηματοδότηση της εκπαίδευσης και μια αναδυόμενη “κουλτούρα δημόσιας ασφάλειας” που διαπερνά τους θεσμούς της αμερικανικής πολιτικής και κοινωνίας, με την προώθηση μιας παρεμβατικής πολιτικής της αστυνομίας που ποινικοποιεί συμπεριφορές και αντί να προλαμβάνει και να αντιμετωπίζει το έγκλημα, οδηγεί ολοένα και περισσότερους μαθητές στην εγκατάλειψη του σχολείου, τη κοινωνική περιθωριοποίηση και εν τέλει την εγκληματικότητα.
Η πολιτική μηδενικής ανοχής στο σχολικό περιβάλλον εφαρμόζεται ως πολιτική καταστολής και καταπίεσης με τον προσδιορισμό/επινόηση “παραβατικών” συμπεριφορών και την αντιμετώπισή τους με επιβολή αυστηρών ποινών, εμπνευσμένων μάλιστα από τα σωφρονιστικά ιδρύματα, όπως η κράτηση του μαθητή σε χώρους απομόνωσης εντός του σχολείου και την ώρα του μαθήματος (έως και 90 λετπά κάθε φορά), χωρίς να του παρέχεται ή να του επιτρέπεται κάποια εναλλακτική δημιουργική ασχολία γι αυτό το διάστημα.
Τέτοιες “παραβατικές” συμπεριφορές που επισείουν τη ποινή της κράτησης σε αίθουσες τιμωρίας και απομόνωσης περιλαμβάνουν την καθυστέρηση προσέλευσης στο μάθημα, τη μη χρήση ή εμφανή προβολή της μαθητικής ταυτότητας κάθε στιγμή, τη κλήση/χτύπημα τηλεφώνου και τη χρήση ακουστικών (μουσικής/ραδιοφώνου κτλ) την ώρα του μαθήματος κ.α.
Η αυστηροποίηση των ποινών – με ευρύτερη, συχνότερη και συστηματικότερη χρήση της χρονικής αποβολής (γι όλο και μεγαλύτερα διαστήματα) ή της πλήρους αποβολής από το σχολείο ή ακόμη και της άμεσης παρέμβασης της αστυνομίας – για ήσσονος σημασίας συμπεριφορές που θα αντιμετωπίζονταν παλαιότερα εντός του σχολείου από τον διευθυντή και τους σχολικούς/μαθητικούς συμβούλους και την εμπλοκή των γονέων, έχει ως αποτέλεσμα την μείωση του ποσοστού των αποφοίτων, την αύξηση του ποσοστού κακών σχολικών επιδόσεων που οδηγούν σε εγκατάλειψη του σχολείου και την αυξανόμενη σύνδεση μεταξύ σχολικών αποβολών και εγκληματικότητας.
Η πολιτική μηδενικής ανοχής προκαλεί κυριολεκτικά την παραγωγή “παραβατικών εγκληματικών πράξεων” ορίζοντας είτε την επιβολή αυστηρότατων ποινών είτε πολιτικές αντιμετώπισης των μαθητών που κλιμακώνουν τη περίσταση και καταλήγουν στη πειθαρχική δίωξή τους. Η εφαρμογή της προσέγγισης αυτή περιλαμβάνει παραδείγματα μαθητών που αποβλήθηκαν από το σχολείο επειδή έφεραν κάποια πλαστική μινιατούρα όπλου, που συνελήφθησαν απο την αστυνομία επειδή έγραψαν στο θρανίο τους (!), τη λεκτική αντιπαράθεση με κάποιον επόπτη ή αστυνομικό του σχολείου που οδηγεί στη δίωξη με κατηγορίες αντίστασης κατά της αρχής, την ανάκριση μαθητών για παραβίαση του ενδυματολογικού κώδικα που οδηγεί σε σύλληψη κ.α.
Ο προβληματικός χαρακτήρας της πειθαρχικής αυτής προσέγγισης αναδεικνύεται ως ακόμη πιο έντονα από στατιστικά που φανερώνουν ρατσιστικά κριτήρια στην επιβολή των ποινών. Τα στατιστικά δείχνουν ότι αφροαμερικανοί και νοτιοαμερικανοί μαθητές λαμβάνουν υψηλότερες ποινές για ήσσονος σημασίας “παραβάσεις” και αθετήσεις των σχολικών κανόνων και ειδικά στις περιπτώσεις όπου καλείται η αστυνομία να παρέμβει (70% των περιπτώσεων)· ακόμη, μαθητές με αναπηρίες λαμβανουν αποβολές σε ποσοστό δύο φορές υψηλότερο από τους μαθητές που δεν πάσχουν από κάποια αναπηρία και συνιστούν το 70% των περιπτώσεων κατά τις οποίες η σχολική διεύθυνση επέβαλε μέτρα φυσικού περιορισμού των κινήσεών τους. Αυτά παρόλο που οι παραπάνω ομάδες συνιστούν μειοψηφίες στο σχολικό πληθυσμό.
Τίποτα άλλο δεν καταδεικνύει όμως περισσότερο τον παραλογισμό της “μηδενικής ανοχής”, από την νεαρή ηλικία των παιδιών από την οποία αρχίζει η εφαρμογή αυτής της προσέγγισης. Έχει καταγραφεί περιστατικό κατά το οποίο κλήθηκε η αστυνομία και φόρεσε χειροπέδες σε ένα κοριτσάκι 5-6 χρονών επειδή είχε μια “κρίση οργής/νεύρων” μέσα στο σχολείο και τέτοια παραδείγματα έχουν καταγραφεί σε διάφορες περιφέρειες των ΗΠΑ.
Είναι χαρακτηριστική της πειθαρχικής κουλτούρας στους κόλπους της αστυνομίας και της δικαιοσύνης στις ΗΠΑ η απάντηση του αστυφύλακα στη συζήτηση στο παραπάνω βίντεο, ο οποίος σχολιάζει ότι πρέπει να υπάρχει το στοιχείο της πρόθεσης στη τέλεση κάποιας παράβασης και το ποινικό σύστημα δεν θα πρέπει να παρεμβαίνει σε περιπτώσεις παιδιών ηλικίας κάτω των 7 ετών!