Η κυβερνητική επίθεση στο συριακό χωριό Tremseh είχε ως στόχο κυρίως οικίες και καταφύγια ακτιβιστών και ανταρτών, ανακοίνωσε η αποστολή του ΟΗΕ στη χώρα. Τόνισε ότι στην επίθεση χρησιμοποιήθηκε βαρύς οπλισμός, κάτι που απορρίπτει η Δαμασκός, η οποία κάνει λόγο για μόλις 37 νεκρούς, ανάμεσά τους και δύο πολίτες.
Η ανακοίνωση ήρθε μετά από την επίσκεψη των παρατηρητών του ΟΗΕ στο χωριό, όπου περίπου 200 άτομα λέγεται ότι σκοτώθηκαν.
Η εξέλιξη αυτή φαίνεται να έρχεται σε αντίθεση με ισχυρισμούς που ανέφεραν ότι ο απολογισμός ανάμεσα στους πολίτες ήταν βαρύς και διαπράχθηκαν εκτελέσεις αμάχων.
Τα ευρήματα της αποστολής του ΟΗΕ διαψεύδουν επιμέρους ισχυρισμούς του καθεστώτος ότι δεν χρησιμοποιήθηκε βαρύς οπλισμός, αλλά και τους ισχυρισμούς της αντιπολίτευσης ότι η επίθεση στο χωριό ήταν αδιάκριτη και σημειώθηκε σφαγή άμαχου πληθυσμού.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση της αποστολής του ΟΗΕ “η επίθεση στο Tremseh είχε ως στόχο συγκεκριμένες ομάδες και σπίτια, τα περισσότερα λιποτακτών και ακτιβιστών“. “Κηλίδες αίματος ή, σε άλλες περιπτώσεις, πολύ αίμα είδαμε σε πολλά δωμάτια, ακόμα και στους υποδοχείς για τις ηλεκτρικές συσκευές στο εσωτερικό των κατοικιών”. Πρόσθεσαν ότι ο αριθμός των νεκρών δεν είναι ξεκάθαρος και ότι οι παρατηρητές θα επιστρέψουν την Κυριακή στο χωριό.
Σύμφωνα με τον εκπρόσωπο του υπουργείου Εξωτερικών Τζιχάντ Μακντίσι “αυτό που έγινε στο Tremseh είναι ότι ένοπλες συμμορίες εξαπέλυσαν επίθεση στο χωριό και το μετέτρεψαν σε κέντρο τρομοκρατικών επιχειρήσεων”. “Οι κυβερνητικές δυνάμεις δεν χρησιμοποίησαν άρματα μάχης, αεροπλάνα, ελικόπτερα ή πυροβολικό…χρησιμοποίησαν ελαφρά όπλα -το βαρύτερο εκ των οποίων ήταν αντιαρματικές ρουκέτες RPG-7”. Ο Μακντίσι είπε ότι οι δυνάμεις ασφαλείας σκότωσαν 37 μαχητές και δύο αμάχους στο πλαίσιο εκστρατείας κατά του χωριού, απ΄όπου η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι οι αντάρτες πραγματοποιούσαν επιθέσεις σε άλλες περιοχές.
Η επιτροπή παρατηρητών του ΟΗΕ, όμως, ανέφερε ότι διαπιστώθηκε χρήση όλμων και από τα τρία ελικόπτερα που χρησιμοποιήθηκαν στην επιχείρηση – για τον εναέριο εντοπισμό των ενόπλων ομάδων της αντιπολίτευσης – το ένα έβαλε κατά στόχων στη περιοχή.
Η συριακή αντιπολίτευση, με τη σειρά της, είχε κάνει λόγο για πάνω από 220 νεκρούς και σφαγή αμάχων, προκαλώντας την έντονη αντίδραση της διεθνούς κοινότητας. Οι πληροφορίες αυτές, όμως, ήταν από την αρχή αντικρουόμενες.
Ορισμένα μέλη της αντιπολίτευσης και ακτιβιστές έκαναν λόγο για αδιάκριτους βομβαρδισμούς από τους οποίους σκοτώθηκαν εκατοντάδες άνθρωποι. Αυτή η εκδοχή, η πιο μετριοπαθής, διαψεύστηκε όμως από την αποστολή του ΟΗΕ στη Συρία, UNSMIS, που παρακολουθούσε την εξέλιξη των επιχειρήσεων από γειτονική περιοχή για ώρες κι έπειτα επισκέφθηκε το χωριό Tremseh για να εκτιμήσει τους στόχους και τις συνέπειες της επιχείρησης του Συριακού στρατού.
Ακούστηκαν όμως – και μεταδόθηκαν στα διεθνή ΜΜΕ – και πιο ακραία σενάρια, παραδείγματος χάρη πως ο βομβαρδισμός με βαρέα όπλα ακολουθήθηκε από επιδρομή παρακρατικών ομάδων που προέβησαν σε μαζικές εκτελέσεις αμάχων με πυροβόλο όπλο στο πίσω μέρος του κεφαλιού των συλληφθέντων ή ακόμη πως οι παρακρατικοί βασάνισαν τους πολίτες που συνέλαβαν και τους έβγαλαν τα μάτια με μαχαίρια. Ελλείψει τεκμηρίων οι ακτιβιστές ισχυρίστηκαν πως οι παρακρατικές ομάδες πήραν μαζί τους τα πτώματα των εκτελεσθέντων, που περιλάμβαναν γυναίκες και παιδιά.
Τα πτώματα όμως των νεκρών που μπόρεσαν να δουν οι παρατηρητές του ΟΗΕ ήταν αποκλειστικά ανδρών σε ηλικία που θα μπορούσαν να έχουν στρατολογηθεί και να μετέχουν σε ένοπλες συγκρούσεις, ενώ αρκετοί είχαν ήδη ταφεί όταν έφτασε η αποστολή του ΟΗΕ.
Αντικαθεστωτικοί ακτιβιστές ισχυρίστηκαν πως όταν άρχισε ο “αδιάκριτος βομβαρδισμός” ο Ελεύθερος Συριακός Στρατός δεν βρισκόταν καν στο χωριό, αλλά εισήλθε μετά από ώρες για να προστατέψει τους αμάχους και να τους βοηθήσει στην ταφή των νεκρών και στη συνέχεια αποχώρησε.
Το συριακό καθεστώς έχει επιβάλει αυστηρούς περιορισμούς στον αριθμό και στις κινήσεις των δημοσιογράφων ξένων πρακτορείων στη χώρα – ώστε να αποφευχθεί η “σύμπραξη” ΜΜΕ-ανταρτών όπως έλαβε χώρα στη Λιβύη δημιουργώντας το πολιτικό-επικοινωνιακό κλίμα της στρατιωτικής επέμβασης – που έχει όμως ως συνέπεια οι ανακοινώσεις της συριακής αντιπολίτευσης και των αντικαθεστωτικών ακτιβιστών να αναπαράγονται μονομερώς από τα διεθνή ΜΜΕ και ανθρωπιστικές οργανώσεις χωρίς να υπάρχει δυνατότητα επιτόπιας επιβεβαίωσης και διάψευσης.
Ορισμένες φορές, βέβαια, η αναπαραγωγή κι αυτών των σκόπιμα ανακριβών ειδήσεων γίνεται με διαστρέβλωση και επίτασή τους. Το ελληνικό κανάλι MEGA, για παράδειγμα, χωρίς να αναφέρει καθαυτό το γεγονός της διάψευσης των ισχυρισμών της συριακής αντιπολίτευσης και παραφράζοντας την ανακοίνωση της αποστολής του ΟΗΕ, έκανε λόγο για “πλημμύρα αίματος” -μεταφράζοντας έτσι “ελεύθερα” το “pools of blood” της ανακοίνωσης και αποδίδοντάς το ως “floods of blood” – αποκρύποντας, έτσι την ουσία της είδησης.
Να σημειωθεί ότι η γνωστή ανθρωπιστική οργάνωση Amnesty International υποχρεώθηκε να ανακαλέσει και να αποσύρει πρώιμες ανακοινώσεις της για σφαγές αμάχων στη Λιβύη, που είχαν ως πηγή τοπικούς ακτιβιστές και οργανώσεις της λιβυκής αντιπολίτευσης στο εξωτερικό, όταν μπόρεσε να αποκτήσει πρόσβαση στη χώρα και να διεξαγάγει επιτόπια έρευνα επαλήθευσης και εξακρίβωσης των ισχυρισμών αυτών.
Τα γεγονότα έδωσαν νέα ώθηση στη προσπάθεια εξεύρεσης λύσης στο ανώτατο πολιτικό επίπεδο για τον τερματισμό της βίας, με τον επικεφαλής της αποστολής του ΟΗΕ και του Αραβικού Συνδέσμου, Kofi Annan και τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ Ban Ki-Moon να συναντιούνται και να επικοινωνούν με τη Ρωσία και τη Κίνα για να τις πείσουν να συμπράξουν ώστε να ασκηθεί περαιτέρω πίεση στον Bashar al-Assad ώστε να εφαρμοστεί το σχέδιο του ΟΗΕ. Ανάλογες εκκλήσεις απεύθυναν σε όλους όσους έχουν τη δυνατότητα να ασκήσουν πίεση και προς τις δύο αντιμαχόμενες πλευρές, ώστε να παύσουν οι εχθροπραξίες και να αρχίσει η πολιτική μετάβαση.
Ρωσία και Κίνα έχουν ήδη ασκήσει δύο φορές βέτο στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ κατά προτάσεων που στόχευαν μονομερώς το καθεστώς, κι όχι την ένοπλη συριακή αντιπολίτευση.
Αναλόγως αναμένεται να πράξουν και κατά ενός νέου σχεδίου ψηφίσματος που έχει συντάξει η Βρετανία και προωθούν οι ΗΠΑ, ΓΑλλία, Βρετανία στο Συμβούλιο, το οποίο απειλεί τη Συρία με κυρώσεις και αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο στρατιωτικής επέμβασης.