Νέα ερωτήματα σχετικά με την αντιμετώπιση της οποίας τυγχάνουν οι κρατούμενοι από την ΕΛ.ΑΣ της “μηδενικής ανοχής” έχουν προκαλέσει οι φωτογραφίες των συλληφθέντων για τη διπλή ληστεία στο Βελβεντό Κοζάνης (την 1 Φεβρουαρίου 2013) που διέθεσε στη δημοσιότητα η αστυνομία. Οι συλληφθέντες φέρουν βαριά χτυπήματα στο πρόσωπό τους, τραύματα που είναι επίσης ορατά στο (σκηνοθετημένο με πρόθεση εντυπωσιασμού) βίντεο της προσαγωγής τους, τα οποία στις φωτογραφίες έχουν υποστεί εμφανή αλλοίωση.
Τις κατηγορίες περί βασανιστηρίων μετέδωσε αρχικά η μητέρα ενός εκ των συλληφθέντων (Μπουρζούκου Ανδρέα), η οποία δήλωσε ότι δεν της επιτράπηκε να επικοινωνήσε με το γιο της για δύο ολόκληρες ημέρες από τη σύλληψή του, ενώ όταν τελικά μπόρεσε να μιλήσει μαζί του εκείνος ισχυρίστηκε πως πέρασε τις δύο νύκτες δεμένος πισθάγκωνα ενώ πρώτα οι αστυνομικοί τον είχαν χτυπήσει – δεμένο και ακινητοποιημένο στο πάτωμα – και απειλήσει επανειλημμένα. Ως συνέπεια της μεταχείρισής του ισχυρίστηκε πως έπασχε από αιματουρία, ζαλάδες, κεφαλαλγία, υπνηλία και καταστολή.
Η μητέρα κατήγγειλε ακόμη ότι έχοντας τρομάξει από την εικόνα του γιού της, ζήτησε από τους αστυνομικούς να τον μεταφέρουν πάραυτα σε νοσοκομείο, ώστε να διενεργηθούν οι απαραίτητες εξετάσεις και να του παρασχεθεί η αναγκαία περίθαλψη, καθότι πέραν του εμφανούς ξυλοδαρμού, ο νεαρός είχε πρόσφατα υποστεί εγχείρηση στο μάτι και υπάρχει υψηλή πιθανότητα αποκόλλησης του αμφιβληστροειδούς. Η αστυνομία όμως αρνήθηκε να ικανοποιήσει το αίτημά της.
Την υποχρέωση της αστυνομίας να παράσχει ιατρικούς ελέγχους και νοσηλεία υπογράμμισε γιατρός – μέλος της Ομοσπονδίας Ενώσεων Νοσοκομειακών Γιατρών Ελλάδας (ΟΕΝΓΕ), που βρέθηκε έξω από τη ΓΑΔΑ, έχοντας δει τις φωτογραφίες των συλληφθέντων, και ο οποίος σημείωσε ότι για όποιο άτομο υπάρχει και η παραμικρή ένδειξη κρανιοεγκεφαλικής κάκωσης υπάρχει υποχρέωση υποβολής του σε αξονική τομογραφία.
Η μητέρα του συλληφθέντος – ιατρός η ίδια – δήλωσε ότι οι αστυνομικοί στους οποίους έχει ανατεθεί το καθήκον της φύλαξης, ανάκρισης και εξέτασης των κατηγορουμένων είναι ποινικά υπεύθυνοι για την υγεία τους σε περίπτωση άσκησης παράνομης σωματικής και ψυχολογικής βίας σύμφωνα με το άρθρο 137 του Ποινικού Κώδικα.
Η Πανελλήνια Ομοσπονδία Αξιωματικών της Αστυνομίας (ΠΟΑΞΙΑ) και η Πανελλήνια Ομοσπονδία Αστυνομικών Υπαλλήλων (ΠΟΑΣΥ), σε ανακοίνωσή τους απέρριψαν τις κατηγορίες περί κακομεταχείρισης μετά τη σύλληψη και των βασανιστηρίων και ζήτησαν τη στήριξη της Πολιτείας, επικαλούμενοι, ταυτόχρονα, τον ειδικό χαρακτήρα της εργασίας τους και την άγνοια των “κάθε λογής κατηγόρων” περί των δυσκολιών του επαγγέλματός τους:
“Οι βεβιασμένες κρίσεις και η άκριτη υιοθέτηση καταγγελιών περί βασανιστηρίων στο στάδιο της ανάκρισης των συλληφθέντων – από τη στιγμή που ήδη έχουν γίνει αντικείμενο εισαγγελικής έρευνας- το πόρισμα της οποίας θα πρέπει να είναι άμεσο ώστε να μην αιωρούνται σκιές για το τι πραγματικά συνέβη, δεν βοηθούν την προσπάθεια των συναδέλφων μας για την αντιμετώπισης της τρομοκρατίας. Ούτε μπορεί να επισκιάσουν το γεγονός των συλλήψεων και την πρόοδο των ερευνών, οι οποίες δεν έγιναν προφανώς κάτω από ιδανικές συνθήκες, κάτι που οι κάθε λογής κατήγοροι δεν είναι σε θέση να γνωρίζουν καθώς και τις δυσκολίες και τις αντιξοότητες εκείνων που μάχονται στην πρώτη γραμμή του πυρός.
Είναι επιβεβλημένη και προαπαιτούμενο του δικαιϊκού μας συστήματος η διαλεύκανση στο «φως της ημέρας» της υπόθεσης αυτής για να μη μένουν στίγματα.
Η δημοκρατία σίγουρα δεν εκδικείται, ακόμη και αυτούς που στρέφονται εναντίον της.
Χρειάζεται όμως να διασφαλίζονται και αυτοί που έχουν επωμιστεί το ρόλο της προστασίας των θεσμών, κάτι που οφείλει να μη λησμονεί και να πράττει αδιαλείπτως η Πολιτεία“
Τη θέση της Αστυνομίας επανέλαβε και ο Υπουργός Δημοσίας Τάξης και Προστασίας του Πολίτης, Νίκος Δένδιας, σχολιάζοντας τα γεγονότα σε πρωινή εκπομπή του MEGA (4 Φλαβάρη 2013).
“Υφίσταται θέμα βασανισμών συλληφθέντων μετά τη σύλληψή τους; Ή τραυματισμός των τρομοκρατών κατά τη συμπλοκή και την αντίστασή τους, πριν από τη σύλληψή τους; Η αντίληψη της Αστυνομίας είναι το δεύτερο. Καταλαβαίνω ότι οι γονείς ή κάποιοι καταγγέλλουν το πρώτο. Εάν από τη Δικαιοσύνη προκύψει ότι μετά τη σύλληψη υφίσταται βασανισμός, σε αυτό θα είμαστε αμείλικτοι. Η χώρα είναι ένα κράτος δικαίου, δεν επιτρέπει να βασανίζεται κανένας κρατούμενος.
…
Εγώ δεν μπορώ να αποκλείσω τίποτα και δεν είναι η δουλειά μου να αποκλείω. Εάν απέκλεια τότε θα σήμαινε ότι είμαι προκατειλημμένος. Υπάρχει όμως ένα γεγονός, το οποίο παρακαλώ λάβετε υπόψη σας, ότι δεν μπορεί και να υιοθετείται η δεύτερη άποψη, δηλαδή η άποψη ότι βασανίστηκαν τα παιδιά αυτά, οι τρομοκράτες αυτοί μετά τη σύλληψή τους όταν προκύπτει αντίσταση, προκύπτει συμπλοκή, ήταν βαρύτατα οπλισμένοι. Όλα αυτά είναι μέσα στη δικογραφία και εν πάση περιπτώσει η υπόθεση είναι στα χέρια της Δικαιοσύνης και μπορεί η Δικαιοσύνη να τη χειριστεί. Δηλαδή, αυτό που δεν πρέπει να κάνουμε εδώ είναι να υιοθετήσουμε άκριτα οποιαδήποτε άποψη.
…
Μιλάμε για τρομοκράτες, για τρομοκράτες βαρύτατα οπλισμένους, για τρομοκράτες οι οποίοι είχαν τελέσει ληστεία, για τρομοκράτες οι οποίοι είχαν όμηρο. Και επίσης δίνουμε, η χώρα, η κοινωνία – όχι αστεία μη ξεγελιόμαστε – μία μάχη κατά της τρομοκρατίας“
Ερωτηθείς, δε, για τον ειδικό χαρακτήρα των τραυματισμών, που προδίδουν επανειλημμένα γρονθοκοπήματα στο πρόσωπο των κατηγορουμένων, και κατά πόσο αυτά θα μπορούσαν να έχουν προκληθεί κατά τη διαδικασία της σύλληψης, ο υπουργός απέφυγε να πάρει σαφή θέση:
“Με συγχωρείτε, ότι και να λέμε, πρέπει πάντα να έχουμε εικόνα του φαινομένου. Εγώ στη συγκεκριμένη υπόθεση ότι είχα να πω το είπα και δεν πρόκειται να επεκταθώ”
Όσον αφορά το μοντάζ των φωτογραφιών, ο κ. Δένδιας ισχυρίστηκε πως αυτό έγινε ώστε να είναι πιο αναγνωρίσιμοι οι συλληφθέντες από τους πολίτες, χωρίς την εικόνα δηλαδή των τραυμάτων που αλλοιώνουν το πρόσωπο:
“Γιατί αν δε γινόταν photoshop , ώστε να προσομοιάζουν με τη εικόνα που θα έχει ο μέσος άνθρωπος και να τους αναγνωρίσει, τότε δεν θα είχε γίνει η δουλειά της δημοσιοποίησης των φωτογραφιών. Και βεβαίως, μου λέχθηκε ως υπερασπιστικός ισχυρισμός ακριβώς το ίδιο γεγονός, ότι αν υπήρχε «λερωμένη φωλιά» θα δινόντουσαν οι φωτογραφίες στη δημοσιότητα;”
Τέλος, προσπέρασε τους ισχυρισμούς των συγγενών και γιατρών ότι όφειλε η Αστυνομία να οδηγήσει πρώτα στο νοσοκομείο τους συλληφθέντες, εφόσον οι τραυματισμοί τους έλαβαν χώρα κατά τη σύλληψη, δείχνοντας τον Εισαγγελέα:
Έχουν κάθε λόγο να αναφερθούν στον αρμόδιο Eισαγγελέα και να ενεργήσει τα νόμιμα
Τη προηγούμενη μέρα είχε εκδώσει ανακοίνωση, απαντώντας σε δηλώσεις της αντιπολίτευσης, όπου τόνιζε:
“Εάν ο ΣΥΡΙΖΑ ή οποιοσδήποτε άλλος διαθέτει στοιχεία στη διάθεσή του για βασανισμούς συλληφθέντων και όχι για τραυματισμούς τρομοκρατών κατά τη συμπλοκή και την αντίστασή τους – ενέργεια για την οποία μεταξύ άλλων βαρυτάτων αδικημάτων επίσης κατηγορούνται – όφειλε ήδη να τα έχει καταθέσει στη Δικαιοσύνη αντί να εκδίδει ανακοινώσεις, ώστε να κινηθούν οι σχετικές διαδικασίες. Οι οποίοι τρομοκράτες, σημειωτέον, έφεραν βαρύτατο οπλισμό και κρατούσαν όμηρο πολίτη.
Οι υπόλοιποι αφορισμοί, όπως και οι ισοπεδωτικές γενικεύσεις εις βάρος της Ελληνικής Αστυνομίας, με την επίκληση άσχετων με τις συγκεκριμένες συλλήψεις καταγγελιών, είναι εξωφρενικοί αλλά και επικίνδυνοι. Ισχυρισμοί και γενικεύσεις που υιοθετούνται την ίδια ώρα που η ελληνική κοινωνία μάχεται την τρομοκρατία και τις καταστροφικές συνέπειες που μπορεί να έχει για το επίπεδο ζωής όλων των Ελλήνων πολιτών, θέτοντας σε κίνδυνο την προσπάθεια ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας και την ανοδική πορεία του Τουρισμού.
Και προκαλεί πραγματικά τεράστια εντύπωση ότι το μόνο που επέλεξε ο ΣΥΡΙΖΑ να σχολιάσει για τις συλλήψεις τρομοκρατών και ληστών στον Βελβενδό Κοζάνης, ύστερα από τριήμερη σιωπή, ήταν να καταγγείλει την Ελληνική Αστυνομία στο σύνολό της!“
Αν και ο Υπουργός δεν φαίνεται να επαναμβάνει, με τον ίδιο άγαρμπο τρόπο τουλάχιστον, τη προηγούμενη “γκάφα” του, της πρόκρισης του πορίσματος των ιατροδικαστών στην περίπτωση των καταγγελόμενων βασανιστηρίων σε βάρος των συλληφθέντος της αντιρατιστικής πορείας τον Σεπτέμβριο, εντούτοις από τη μια παρουσιάζει ως αδιάψευστο γεγονός τους ισχυρισμούς της Αστυνομίας περί σκληρής συμπλοκής με τους ληστές (και πως απειλήθηκαν με όπλο) κι από την άλλη εισάγει αξιολογικά στοιχεία στη κρίση του συμβάντος, τονίζοντας πως πρόκειται για περίπτωση τρομοκρατίας, κάτι που ασφαλώς δεν απαντά στους ισχυρισμούς περί επακόλουθης – ενδεχομένως αξιόποινης – κακομεταχείρισης των κατηγορουμένων.
Επιπλέον, αν η δικαιολογία περί της τεχνικής αλλοίωσης των χαρακτηριστών των δραστών μπορεί να φανεί, επιφανειακά έστω, εύλογη για εκείνους τους συλληφθέντες που έφεραν μελανιές στα μάτια και στα χείλια, δεν εξηγεί καθόλου γιατί έπρεπε να “σβηστούν” τα τραύματα στο λαιμό του έτερου συλληφθέντος, καθώς δεν θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς ότι θα εμπόδιζαν την αναγνώρισή του.
Οπότε θα πρέπει μάλλον να θεωρηθεί ότι η αλλοίωση των φωτογραφιών – στη μία περίπτωση όχι μόνο έκρυψαν τις μελανιές, αλλά επέκτειναν και το φρύδι του κατηγορουμένου – είχε τουλάχιστον διπλή λειτουργία.
Ωστόσο, και ο κεντρικός ισχυρισμός της Αστυνομίας, πως σημειώθηκε συμπλοκή και αντίσταση κατά τη σύλληψη αμφισβητείται από ρεπορτάζ του TVXS, το οποίο χωρίς να κατονομάζει τη πηγή, φαίνεται να αντλεί τις πληροφορίες του από “αυτόπτη μάρτυρα”, επαρκώς αξιόπιστο ώστε να μην αμφισβητούνται τα κίντηρά του και με γνώση συνομιλιών που έλαβαν χώρα πριν τη σύλληψη, που δύσκολα θα μπορούσε να είναι άλλος από τον όμηρο που είχαν πάρει οι τρεις ληστές κατά την προσπάθεια διαφυγής τους.
Στο αποκλειστικό του TVXS αναφέρεται:
“Σύμφωνα με αποκλειστικές πληροφορίες του tvxs.gr, οι επιβαίνοντες στο όχημα δράστες, όταν έγινε φανερό ότι δεν μπορούσαν να ξεφύγουν από τις αστυνομικές δυνάμεις που τους καταδίωκαν, είχαν αποδεχθεί ότι θα τους συνελάμβαναν. Ο ένας από αυτούς παρότρυνε τον οδηγό να σταματήσει “για να μην φάει καμιά σφαίρα και αυτός πίσω” (στο πίσω κάθισμα) δηλαδή ο άνθρωπος που είχαν απαγάγει πριν εντοπιστούν. Ένας από τους άλλους ανταπάντησε “άσε ακόμη 5 λεπτά ακόμη ελευθερίας και μετά να παραδοθούμε”, ενώ συγχρόνως έλεγαν αστειευόμενοι στον απαχθέντα οδοντίατρο από την Κοζάνη: “μεγάλε θα μας πιάσουν, πάρε εσύ τα λεφτά”.
Είναι γεγονός ότι κατά την σύλληψη των δραστών οι άνδρες της αστυνομίας τους εξουδετέρωσαν με δυναμικό τρόπο, όπως όφειλαν να κάνουν δεδομένου ότι ήταν οπλισμένοι. Ακόμη και ο οδοντίατρος που είχε απαχθεί ακινητοποιήθηκε για λίγη ώρα από δύο αστυνομικούς που έπεσαν επάνω του, παρ’ ότι φώναζε ότι είναι το θύμα της απαγωγής. Αλλά κανείς από τους συλληφθέντες δεν πρόβαλλε αντίσταση, ώστε να δικαιολογούνται τα σημάδια κακοποίησης που εμφάνιζαν στις φωτογραφίες, που είχαν “βελτιωθεί” και με photoshop.”
Σε βάρος των τεσσάρων ασκήθηκε ποινική δίωξη για τις αξιόποινες πράξεις της εγκληματικής οργάνωσης, της ληστείας από κοινού κατά συρροή, της αρπαγής από κοινού, της παράνομης οπλοφορίας, της διακεκριμένης περίπτωσης οπλοφορίας, της διακεκριμένης περίπτωσης φθοράς, της χρήσης πλαστού δελτίου αστυνομικής ταυτότητας, της αντίστασης από δράστες που οπλοφορούν, της διατάραξης ασφάλειας των συγκοινωνιών και της απλής σωματικής βλάβης.
Όλοι τους, βάσει αποτυπομάτων σε θεωρούμενες “γιάφκες”, κατά την εκτίμηση της ΕΛ.ΑΣ συνδέονται με την οργάνωση Συνωμοσία των Πυρήνων της Φωτιάς.