Στις 11 Δεκεμβρίου 2018 ο CEO της Google, Sundar Pichai, κατέθεσε στη Βουλή των Αντιπροσώπων στις ΗΠΑ, στην Επιτροπή Νομικών Υποθέσεων, σχετικά με τις πρακτικές φερόμενης παραβίασης της ιδιωτικότητας των χρηστών, χειραγώγησης των αποτελεσμάτων αναζήτησης, τις επιχειρηματικές δραστηριότητες της Google στη Κίνα, αλλά και τις κατηγορίες για ρωσική ανάμιξη στις προεδρικές εκλογές του 2016 στις ΗΠΑ.
Στη συνεδρία υπό τον τίτλο “Διαφάνεια και Λογοδοσία: Εξετάζοντας την Google και τις πρακτικές της συλλογής δεδομένων, χρήσης τους και φιλτραρίσματος (περιεχομένου)“, ο επικεφαλής της Google απάντησε στις ερωτήσεις των αμερικανών βουλευτών σχετικά με τα ακόλουθα κυρίως θέματα:
(ακολουθεί το πλήρες βίντεο της κατάθεσης του Sundar Pichai)
– Τη χειραγώγηση των αποτελεσμάτων αναζήτησης μέσω του εργαλείου “Google Search” με βάση πολιτικά κριτήρια. Συγκεκριμένα η Google κατηγορήθηκε από μέλη του Ρεπουμπλικανικού κόμματος για ενεργητική πολιτική μεροληψία σε βάρος “συντηρητικών” απόψεων και για προνομιακή παρουσίαση “προοδευτικών” θέσεων.
Ο S.Pichai απέρριψε αυτές τις αιτιάσεις ισχυριζόμενος ότι η παρουσίαση αποτελεσμάτων αναζήτησης επηρεάζεται από πολλούς παράγοντες και πως έχει τύχει κι ότι δεν ευνοείται καμία συγκεκριμένη ιδεολογία.
– Στο ίδιο πλαίσιο συζητήθηκε ένα εσωτερικά διακινηθέν email το οποίο σχολίαζε τις προσπάθειες για εκλογική κινητοποίηση των Λατίνων των ΗΠΑ σε κρίσιμες περιφέρειες/πολιτείες, ως απόδειξη ύπαρξης πολιτικής ατζέντας στην εταιρεία.
Ο Pichai σχολίασε ότι η Google ως εταιρεία δεν έχει πολιτική ατζέντα, αλλά οι υπάλληλοί της ασκούν τις δικές τους δραστηριότητες.
– Τις μονοπωλιακές πρακτικές της Google με τη προώθηση των δικών της υπηρεσιών και προϊόντων, για τις οποίες τής επιβλήθηκαν πρόστιμα στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η απάντηση του επικεφαλής της Google ήταν πως υποστηρίζει ένα ελεύθερο και αποκεντρωμένο διαδίκτυο, απαλλαγμένο από “φύλακες” που δύνανται να μεροληπτούν σε βάρος των ανταγωνιστών τους, ενώ τάχθηκε – αορίστως – υπέρ της συζήτησης για διαμόρφωση αντι-μονοπωλιακών νομοθετικών μέτρων.
– Τις επιχειρηματικές δραστηριότητες της Google στη Κίνα και τη σύμπραξή της με την Κινεζική Κυβέρνηση για τη δημιουργία ενός εργαλείου λογοκριμένης αναζήτησης, που θα χρησίμευε και ως μέσο παρακολούθησης των χρηστών.
Σχετικά με το “Project Dragonfly” o S.Pichai δήλωσε ότι η Google δεν αναπτύσσει αυτή τη στιγμή λογισμικό για χρήση στη Κίνα, πως επρόκειτο για μια “εσωτερική” συζήτηση, αλλά δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο να συνεργαστεί στο μέλλον με τη κυβέρνηση της Κίνας για διάθεση νέων υπηρεσιών στη χώρα.
– Τη συλλογή δεδομένων, την μη εγκεκριμένη χρήση τους για εμπορικούς σκοπούς και την ουσιαστική παραβίαση της ιδιωτικότητας των χρηστών, αλλά και τα κενά ασφαλείας στις πλατφόρμες της εταιρείας.
Ο Pichai απέρριψε τις κατηγορίες για κάποιες περιπτώσεις φερόμενης διαρροής/υποκλοπής προσωπικών δεδομένων χρηστών και τάχθηκε υπέρ της εφαρμογής ρυθμιστικών κανόνων σε παγκόσμιο επίπεδο.
Παράλληλα αναφέρθηκε στις προσπάθειες και την ανάγκη να γίνουν πιο κατανοητές οι πολιτικές ιδιωτικότητας και συγκεκριμένα στο εργαλείο ελέγχου ιδιωτικότητας που προσφέρεται πλεον στους χρήστες των υπηρεσιών Google.
– Την αντιμετώπιση φαινομένων σεξισμού και σεξουαλικής παρενόχλησης στο εσωτερικό της εταιρείας, θέμα για το οποίο ειπώθηκε ότι η Google έχει τερματίσει το πρότερο καθεστώς της επιβεβλημένης διαιτησίας.
– Όλα τα παραπάνω θέματα και οι απαντήσεις του Sundar Pichai έτυχαν ευρείας παρουσίασης από τα αμερικανικά αλλά και από τα διεθνή μέσα μαζικής ενημέρωσης. Ωστόσο λίγα ειδησεογραφικά πρακτορεία αναφέρθηκαν συγκεκριμένα στην απάντηση του CEO της Google στο υψηλού ενδιαφέροντος και επικαιρότητας ζήτημα της φερόμενης ανάμιξης της Ρωσίας στις αμερικανικές εκλογές του 2016 και στη χρήση των υπηρεσιών της Google ως εργαλείο παραπληροφόρησης.
Η ερώτηση, συγκεκριμένα, διατυπώθηκε από τον Δημοκρατικό βουλευτή Jerry Nadler, ο οποίος βρίσκεται στη πρώτη γραμμή απεύθυνσης αιτιάσεων για “συνωμοσία” μεταξύ του Donald Trump και του Vladimir Putin με στόχο την εκλογή του πρώτου στο αξίωμα του Προέδρου των ΗΠΑ. Ο J.Nadler έχει μάλιστα χαρακτηρίσει αυτή τη φερόμενη συνωμοσία ως “πολεμική/επιθετική ενέργεια” αντίστοιχη της επίθεσης της Ιαπώνων στην ναυτική βάση του Perl Harbor και την επίθεση της al-Qaeda στους Δίδυμους Πύργους.
To κρίσιμο μέρος του διαλόγου ήταν το ακόλουθο :
” – Jerry Nadler: Σύμφωνα με αναφορές στα ΜΜΕ, η Google βρήκε αποδείξεις ότι Ρώσοι πράκτορες ξόδεψαν χιλιάδες δολάρια για να αγοράσουν διαφημίσεις στις διαφημιστικές της πλατφόρμες σε πολλαπλά προϊόντα της Google, ως μέρος της εκστρατείας των Ρώσων πρακτόρων των αναμιχθούν στις εκλογές πριν από δύο χρόνια.
Επιπροσθέτως, πριν από δύο χρόνια η Jennifer Downes, διευθύντρια παγμόσμιας πολιτικής για την Google, κατέθεσε τον Ιούλιο ότι η Google είχε αναγνωρίσει και κλείσει πολλαπλά κανάλια που περιείχαν χιλιάδες βίντεο που σχετίζονταν με τη ρωσική καμπάνια παραπληροφόρησης.
Γνωρίζει τώρα πλέον η Google το πλήρες εύρος της αξιοποίσης των πλατφορμών της από Ρώσους δρώντες στις εκλογές πριν από δύο χρόνια;
– Sundar Pichai: Διεξαγάγαμε μια ενδελεχή έρευνα και το 2016, γνωρίζουμε τώρα, ότι υπήρξαν δύο βασικοί διαφημιστικοί λογαριασμοί που συνδέονταν με τη Ρωσία που διαφημίστηκαν στη Google για διαφημίσεις αξίας 4.700 δολαρίων. Επίσης εντοπίσαμε άλλες περιορισμένες…
– Jerry Nadler: Συνολικά 4.700 δολαρίων;
– Sundar Pichai: Σωστά, κανένα ποσό δεν είναι αποδεκτό εδώ, αλλά εντοπίσαμε περιορισμένη ακατάλληλη δραστηριότητα, μάθαμε πολλά από αυτό και αυξήσαμε δραματικά τις προστασίες που έχουμε…οδεύοντας προς τις τρέχουσες εκλογές εντοπίσαμε περιορισμένη δραστηριότητα τόσο από το Internet Research Agency (Πρακτορείο Διαδικτυακής Έρευνας) στη Ρωσία όσο και από λογαριασμούς που συνδέονται με το Ιράν.
– Jerry Nadler: Και τί συγκεκριμένα μέτρα έχετε λάβει, και κατά τη διάρκεια των πρόσφατων εκλογών του 2018, για να προστατευτείτε κατά περαιτέρω ενεργειών ανάμιξης από τη Ρωσία ή από άλλες ξένες εχθρικές δυνάμεις;
– Sundar Pichai: Έχουμε προβεί σε σημαντική αναθεώρηση του τρόπου με τον οποίο αγοράζονται οι διαφημίσεις, διερευνούμε τη προέλευση αυτών των λογαριασμών, μοιραζόμαστε (τα ευρήματα) και συνεργαζόμαστε με υπηρεσίες επιβολής του νόμου, άλλες τεχνολογικές εταιρείες, και επενδύουμε μεγάλες προσπάθειες και εποπτεία σε αυτόν τον τομέα.”
(μετάφραση του γράφοντος)
O Sundar Pichai επίσης σχολίασε ότι δεν παρατηρήθηκε συμπεριφορά συγκρίσιμη με εκείνη στις πλατφόρμες του Twitter και Facebook (θέμα επόμενου άρθρου), γιατί τα προϊόντα/υπηρεσίες κοινωνικές δικτύωσης της Google δεν έχουν τύχει καταναλωτικής αποδοχής, οπότε δεν προσφέρονταν προς παρόμοια εκμετάλλευση.
Ωστόσο η χρήση του youtube ως μέσο πολιτικής επικοινωνίας, βάσει της δύναμης του ήχου και της εικόνας, τόσο από την πλευρά της παροχής/δημιουργίας περιεχομένου όσο και των ενσωματωμένων διαφημίσεων, έχει πολλαπλασιαστεί εκρηκτικά τα τελευταία χρόνια και η επένδυση μόλις 4.700 δολαρίων για διαφημίσεις από δρώντες με βάση τη Ρωσία δεν μπορεί να θεωρηθεί ως μέρος μιας στοχευμένης καμπάνιας επηρεασμού του εκλογικού αποτελέσματος.
Αξίζει εδώ να σημειωθεί ότι και στις περιπτώσεις του Facebook / Twitter η ίδια αοριστία των κατηγορίων περί προπαγάνδας, πολύ δε μάλλον δυνάμενης να ανατρέψει αποτελέσματα, ευνοεί την εμπέδωση μιας “κοινής αλήθειας”, σκοντάφτεί όμως τόσο στο ελάχιστο, συγκριτικά, οικονομικό μέγεθος, όσο και στο ίδιο το περιεχόμενο που θεωρήθηκε “πόλεμος πληροφόρησης” αφού μια αντικειμενική εξέταση των παραδειγμάτων που συγκεντρώθηκαν από τις ίδιες τις αμερικανικές αρχές – πέρα από την ιμπρεσσιονιστική υπογράμμιση ότι διακινήθηκε το περιεχόμενο από χρήστες εντός της Ρωσίας – θα ήταν αδύνατον να τεκμηριώσει την εκλογική/χειραγωγική αποδοτικότητα των μηνυμάτων, που στη πλειοψηφία τους αξιοποιούσαν την “πολιτική ταυτότητα” των διαφορετικών κατηγοριών χρηστών, από τη διαφήμιση βιβλίου ζωγραφικής με φιγούρες του υποψηφίου για το δημοκρατικό χρίσμα Bernie Sanders, μέχρι αφίσες των περιπόλων των συνόρων κατά της μετανάστευσης.
Που καταδεικνύει ότι η καλλιεργούμενη Ρωσοφοβία στις ΗΠΑ είναι κι αυτή στοχευμένη κι έχει τους δικούς της πολιτικούς δρώντες και σκοπιμότητες, αφενός διογκώνοντας ό,τι μπορεί να ταιριάξει με την πολιτική ατζέντα της γεωπολιτικής έντασης και χειραγώγησης του πολιτικού διαλόγου, κι αφετέρου αποσιωπώντας ό,τι δεν την εξυπηρετεί.