Μεταπηδήστε στο περιεχόμενο

Ανδρικό μόριο και μακροοικονομικές συνέπειες ή δεν φταίει η Τρόϊκα αλλά η ‘προικισμένη’ και ριψοκίνδυνη φύση μας

Αγάλματα της Αφροδίτης και του ΆρηΠοιές είναι οι κύριες καθοριστικές μεταβλητές της οικονομικής ανάπτυξης; Η αναζήτηση της απάντησης σ’ αυτό το ερώτημα με τρόπο που να επιτρέπει τη συναγωγή γενικών συμπερασμάτων σε συγκριτικές μελέτες οδήγησε έναν Φιλλανδό επιστήμονα στην διερεύνηση της σχέσης μεταξύ του μέσου μεγέθους του ανδρικού μορίου και του μέσου κατα ‘κεφαλήν’ εισοδήματος από το 1960 έως το 1985 σε ένα μεγάλο αριθμό χωρών.

Σύμφωνα με τον συγγραφέα της εργασίας Tatu Westling, του Τμήματος Πολιτικών και Οικονομικών Μελετών του Πανεπιστημίου του Ελσίνκι, οι περισσότερες μελέτες εστιάζουν σε πολιτικούς, κοινωνικούς και κοινωνικούς παράγοντες, αλλά αγνοούν τις βιολογικές και/ή τις σεξουαλικές παραμέτρους της οικονομικής ανάπτυξης, γεγονός παράδοξο “δεδομένου του κρίσιμου ρόλου που διαδραματίζει το σεξ σε πολλές όψεις της ζωής. Αν η αδιάκοπη αναζήτηση σεξουαλικών δραστηριοτήτων – ακόμη και χωρίς προθέσεις αναπαραγωγής – δεν έχει αντίκτυπο στα οικονομικά αποτελέσματα και πραγματικά στη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη της ανθρωπότητας, τότε τί έχει;

Η μελέτη σύμφωνα με τον φιλλανδό ερευνητή ξεκίνησε εν μέρει ως παιχνίδι με αφορμή έναν διαδραστικό χάρτη που αποτύπωνε στατιστικά το μέσο μέγεθος του πέους στον πληθυσμό ανά χώρα, συσχετίζοντάς το παράλληλα με το μέσο δείκτη νοημοσύνης στις χώρες αυτές (χάρτης 1, χάρτης 2).

Μέσο μέγεθος πέους στον πληθυσμό ανά χώραΕθνικοί μέσοι όροι δείκτη νοημοσύνης και μεγέθους πέους

 Η έρευνά του, όμως, καθώς προχωρούσε ανέδειξε κάποιες ενδιαφέρουσες και αρκετά σταθερές στατιστικές σχέσεις, οδηγώντας τον στη διατύπωση της λεγόμενης “υπόθεσης του ανδρικού οργάνου“. Για τη μελέτη του ο Tatu Westling χρησιμοποίησε ένα ευρύ σύνολο δεδομένων από 76 μη πετρελαιοπαραγωγικές χώρες εξετάζοντας τη συσχέτιση διαφόρων μεταβλητών: του κατά κεφαλήν εισοδήματος, των επενδύσεων ως ποσοστού του ΑΕΠ, του επιπέδου εκπαίδευσης ως ποσοστού των αποφοίτων δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στο σύνολο της εργατικής δύναμης, του τύπου πολιτεύματος, του μέσου μεγέθους πέους κ.α. (δείτε το κείμενο pdf παρακάτω για περισσότερες λεπτομέρειες).

Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας διαπιστώνεται στατιστικά σημαντική σχέση ανάμεσα στο μέγεθος του ανδρικού μορίου και της οικονομικής ανάπτυξης στις υπό μελέτη χώρες μεταξύ 1960 και 1985. Συγκεκριμένα, όσο μεγαλύτερος είναι ο μέσος όρος του μεγέθους, τόσο μικρότερος είναι ο ρυθμός οικονομικής ανάπτυξης. Πρόκειται για μια αρνητική στατιστική σχέση, κατά την οποία η αύξηση του φυσικού μεγέθους του πέους κατά 1 εκατοστό συνδέεται με μείωση του ΑΕΠ κατά 5% έως 7%. Επίσης, μόνη η μεταβλητή του ανδρικού μορίου μπορεί να εξηγήσει περίπου το 20% των παραλλαγών του ρυθμού ανάπτυξης μεταξύ των εξεταζομένων χωρών. Ακόμη, η στατιστική συνάφεια ανάμεσα στο μέσο μέγεθος του πέους στον πληθυσμό και την οικονομική ανάπτυξη καταδεικνύεται ισχυρότερη από εκείνη μεταξύ του τύπου πολιτεύματος και της οικονομίας. Τέλος, η συμπερίληψη της μεταβλητής του μεγέθους του πέους στη μελέτη των δεδομένων ελαττώνει τις αρνητικές επιτπώσεις της αύξησης του πληθυσμού στην οικονομική ανάπτυξη, καθώς και τον ρυθμό σύγκλισης μεταξύ ανεπτυγμένων και αναπτυσσόμενων χωρών.

Για τη χρονιά του 1985 προκύπτει μια στατιστική σχέση ανεστραμμένης καμπύλης μεταξύ του μεγέθους του πέους και του κατά κεφαλήν εισοδήματος. Σύμφωνα με αυτό το στατιστικό σχήμα, στις χώρες με μεγαλύτερο από 16 εκατοστά μέσο μήκος πέους παρατηρείται πτώση του κατά κεφαλήν εισοδήματος, ενώ κι αυτές με μέσο όρο χαμηλότερο από 12 εκατοστά είναι λιγότερο ανεπτυγμένες. Επακολούθως, οι χώρες με υψηλότερο κατά κεφαλήν εισόδημα είναι οι χώρες εκείνες στις οποίες καταγράφεται ένα μεσαίο συγκριτικά μήκος πέους στον ανδρικό πληθυσμό.

Όπως παρατηρεί κι ο μελετητής, αυτή η έρευνα είναι ιδιαίτερα ανδροκεντρική, χρειάζεται να συμπληρωθεί με πολλές ακόμη μεταβλητές και να εξεταστούν σε μικρο-επίπεδο, ενώ δεν καταδεικνύει και με ασφάλεια ούτε την ύπαρξη μιας αιτιακής σχέσης μεταξύ μεγέθους πέους και οικονομικής ανάπτυξης ούτε την φορά μιας τέτοιας αιτιακής σχέσης, δηλαδή αν είναι το υψηλότερο κατά κεφαλήν ΑΕΠ που ορίζει το μέγεθος του πέους στους άνδρες ή αντίστροφα αν το μέγεθος του πέους καθορίζει το ύψος του εισοδήματος αλλά και με ποιόν ακριβώς τρόπο. Ενδεχομένως, θα περίμενε κανείς η σχέση μεταξύ των δύο μεταβλητών να είναι θετική, ως συνέπεια του υψηλότερου εν γένει βιοτικού επιπέδου στις πιο ανεπτυγμένες χώρες, αλλά τα αποτελέσματα αναδεικνύουν μια αρνητική αναλογία, ειδικά όσον αφορά το ρυθμό ανάπτυξης. Αυτό αποτελεί ένα παράδειγμα αστοχίας της μακρο-οικονομικής μελέτης της σχέσης, καθώς το υψηλότερο κατά κεφαλήν εισόδημα δεν συνεπάγεται απαραίτητα μια υψηλότερη ποιότητα διατροφής και διαβίωσης.

 Ο ερευνητής προτείνει δύο διστακτικές ερμηνείες των μετρήσεων, μία βιολογική και μία συμπεριφορική. Σύμφωνα με την βιολογική ερμηνεία, που υποστηρίζεται από επιμέρους τρίτες μελέτες, το μέγεθος του πέους σχετίζεται θετικά με τη ποσότητα της παραγόμενης τεστοστερόνης, ενώ η αυξημένη τεστοστερόνη έχει βρεθεί να συνδέεται θετικά με ριψοκίνδυνες συμπεριφορές, εν προκειμένω στον οικονομικό τομέα δραστηριότητας. Συνεπώς, ερμηνεύοντας την ανεστραμμένη καμπύλη U στη στατιστική συσχέτιση μεγέθους πέους και οικονομικής ανάπτυξης, υποστηρίζει πως οι χώρες εκείνες στις οποίες ο ανδρικός πληθυσμός είτε δεν λαμβάνει λαμβάνει αρκετά ρίσκα είτε λαμβάνει υπερβολικά ριψοκίνδυνες αποφάσεις στην οικονομική του δραστηριότητα, παρουσιάζουν τη χαμηλότερη ανάπτυξη, ενώ στις χώρες όπου καταγράφεται η μέση τιμή μέγεθους του πέους / ποσότητας τεστοστερόνης / ριψοκίνδυνης οικονομικής συμπεριφοράς, παρατηρείται και η μεγαλύτερη οικονομική ανάπτυξη.

Σύμφωνα με την συμπεριφορική, φροϋδικού τύπου -κατά τον μελετητή- ερμηνεία, το μέγεθος του πέους σχετίζεται θετικά με τον αυξημένο αυτοσεβασμό και την αντίληψη μιας μεγαλύτερης σεξουαλικής ικανότητας. Επομένως, οι άνδρες στις χώρες με μεγαλύτερο μέσο όρο μεγέθους τείνουν να επενδύουν λιγότερο χρόνο σε δραστηριότητες που παράγουν εισόδημα και περισσότερες “εργατοώρες” σε σεξουαλικές δραστηριότητες που τους προσφέρουν ανάλογη ωφέλεια. Στις χώρες με μικρότερο μέσο όρο μεγέθους ανδρικού μορίου / μικρότερης αυτοεκτίμησης / αντίληψης μειωμένης σεξουαλικής ικανότητας, οι άνδρες τείνουν να εργάζονται περισσότερο, κερδίζοντας περισσότερο εισόδημα, επενδύοντας λιγότερο χρόνο σε σεξουαλικές δραστηριότητες που δεν τους προσφέρουν ανάλογη ωφέλεια. Αυτό αν υποτεθεί ένα κοινό μέγεθος παραγωγικότητας. Αντίστοιχα, οι χώρες με τη μεγαλύτερη ανάπτυξη είναι αυτές με τον περισσότερο ‘φυσιολογικά’ ισορροπημένο ανδρικό πληθυσμό.

τόσο δαΣύμφωνα με τα στατιστικά δείγματα, οι χώρες με το χαμηλότερο κατά κεφαλήν εισόδημα αντιστοιχούν στις ασιατικές και αφρικανικές-λατινοαμερικάνικες χώρες, που συνιστούν τα δύο άκρα του δείγματος, ενώ το μέσο δείγμα εντοπίζεται στην Ευρώπη. Οι δύσμοιρες οι Νοτιο-Κορεάτισες πρέπει να βολευτούν με λιγότερα από 10 εκατοστά, ενώ οι πιο απαιτητικές Ευρωπαίες και ΒορειοΑμερικανές θα αρχίσουν μάλλον να οργανώνουν “σαφάρι” στη κεντρική Αφρική και στη Λατινική Αμερική.

Από την έρευνα δεν προκύπτουν επαρκώς ασφαλή συμπεράσματα που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν προς την κατεύθυνση της ανοικοδόμησης της ελληνικής οικονομίας, θα ήταν ενδιαφέρουσα, όμως, μια απόπειρα ερμηνείας της τρέχουσας οικονομικής συνθήκης της χώρας (“όσο με πληγώνεις, τόσο με πορώνεις” ή “μας τά’χουν κάνει τόοοσα”), καθώς και η “επικαιροποίηση” των στοιχείων της έρευνας με την αποστολή πρόσφατων μετρήσεων από τους Έλληνες άρρενες πολίτες.

Ακολουθεί το κείμενο της μελέτης του Φιλλανδού επιστήμονα.

https://helda.helsinki.fi/handle/10138/27239

Male Organ and Economic Growth: Does Size Matter?