Η Ελλάδα όχι μόνον καταναλώνει τα περισσότερα γιαούρτια παγκοσμίως, αλλά τα τελευταία δύο χρόνια τα χρησιμοποιεί περισσότερο απ’ όλους τους άλλους Ευρωπαίους ως ένδειξη διαμαρτυρίας ενάντια στην πολιτική της κυβέρνησης.
Το ελληνικό γιαούρτι… καπνίζει και αυτό έχει προκαλέσει ακόμη και το επιστημονικό ενδιαφέρον των ανθρωπολόγων!
Αμερικανοί και έλληνες επιστήμονες που αναζητούν και καταγράφουν τα κοινά σημεία επαφής που έχουν τα τρόφιμα με την πολιτική φαίνεται ότι βρήκαν στη χώρα μας πλούσιο υλικό για να το αξιοποιήσουν επιστημονικά.
Τι κοινό, λοιπόν, μπορεί να έχει η διατροφή με την πολιτική σε περιόδους οικονομικής κρίσης; Το γιαούρτι, απαντούν αμερικανοί επιστήμονες, οι οποίοι υποστηρίζουν ότι τα τελευταία δύο χρόνια το γιαούρτωμα ως μορφή διαμαρτυρίας αγανακτισμένων πολιτών τείνει να πάρει διαστάσεις «επιδημίας» στη χώρα μας!
Στο πλαίσιο μιας νέας ορολογίας, «food fighting», το γιαούρτι, σύμφωνα με τους ειδικούς της αμερικανικής Εταιρείας για την Ανθρωπολογία των Τροφίμων και της Διατροφής (SAFN), που ιδρύθηκε το 1974 με σκοπό τη σύνδεση των κοινωνικών επιστημών με τη διατροφή, αποτελεί πια το πιο δημοφιλές ειρηνικό «όπλο» κατά του συστήματος από χιλιάδες πολίτες, κυρίως στην Ελλάδα.
Σύμφωνα με την πρώτη επιστημονική προσέγγιση που επιχειρούν οι ειδικοί της SAFN, αν και το γιαούρτωμα δεν διαθέτει πολιτιστικό προηγούμενο στη χώρα μας, έχει τις ρίζες του στη δεκαετία του ’60 με τα teddy boys του νόμου 4.000. Ομως, σε αντίθεση με ό,τι συνέβαινε τότε, όπως υποστηρίζουν οι ανθρωπολόγοι: γιαούρτια ρίχνουν πλέον όλοι, άντρες και γυναίκες κάθε ηλικίας. Βέβαια, δεν παραλείπουν να πουν ότι το ελληνικό γιαούρτωμα είναι το μόνο «ευλογημένο» ανά την Ευρώπη. Αναφέρονται στις σχετικές δηλώσεις του μητροπολίτη Κονίτσης Ανδρέα, από τις οποίες η Εκκλησία της Ελλάδος πήρε αποστάσεις.
Τις δεκαετίες που ακολούθησαν το ’60, τα κεσεδάκια με τα γιαούρτια κάθησαν στον πάγκο και η ρίψη τους εναντίον πολιτικών ή άλλων φορέων της εξουσίας ήταν σπάνια. Ομως, τα τελευταία δύο χρόνια, σύμφωνα με τη SAFN, επέστρεψαν στα πολιτικά πράγματα της χώρας και η επιστροφή τους «τείνει να λάβει διαστάσεις επιδημίας».
Γιατί, όμως, ειδικά το γιαούρτι έχει γίνει η ακίνδυνη «μολότοφ» των αγανακτισμένων πολιτών; Διότι, όπως εξηγεί στην «Κ.Ε.» ο κοινωνικός ανθρωπολόγος Λεωνίδας Βουρνέλης από το Πανεπιστήμιο του Ιλινόις των ΗΠΑ, το γιαούρτι είναι συνδεδεμένο με την ελληνική ταυτότητα. «Ανήκει στην ίδια κατηγορία με τη φέτα, το λάδι, τις ελιές κ.λπ., τα οποία προέρχονται από την ελληνική αγροτική γη και την κτηνοτροφία και είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με την ελληνικότητα. Το γεγονός ότι το γιαούρτι συνδέεται στενά με την εθνική ταυτότητα της χώρας, έχει τη σημασία του, δεδομένου ότι τα θύματα του γιαουρτώματος είναι εκπρόσωποι και φορείς υλοποίησης πολιτικών και ιδεολογιών που θεωρούνται εχθρικές για τη χώρα». Χαρακτηριστικά αναφέρουμε πως η χώρα μας, παρά τις όποιες υποχωρήσεις των δεικτών, παραμένει ο μεγαλύτερος καταναλωτής γιαουρτιού στον κόσμο.
Οι ερευνητές της SAFN παρακολουθούν προσεκτικά και τις ανάλογες σελίδες στο Facebook περί «γιαουρτώματος». Επικαλούνται μία με τίτλο «Αποποινικοποίηση στο γιαούρτωμα». Σε μια από τις υπόλοιπες σελίδες στο FB με τίτλο «Γιαούρτι τα μάτια τους», διαβάζουμε: «Δίνουμε απάντηση στην αλητεία με “αλητεία”. Προχωράμε σε σύσταση τρομοκρατικής οργάνωσης με όπλα τα γιαούρτια. Κι ας μας συλλάβουν για τεντιμποϊσμό. Προτιμάμε γιαούρτι παραδοσιακό, με όλα του τα λιπαρά και τις πέτσες. Εναλλακτικά, προτείνονται αυγά και πάσης φύσεως ζαρζαβατικά».
«Σε αντιδιαστολή με το παπούτσι που εκτοξεύθηκε εναντίον του πρώην αμερικανού προέδρου Τζορτζ Μπους -κίνηση με εξαιρετικά προσβλητικό χαρακτήρα- στη ρίψη τροφίμων ο συμβολισμός δεν υποκρύπτει μόνον την έννοια της ασέβειας και της διαμαρτυρίας έναντι των αποτυχημένων πολιτικών, αλλά κυρίως την αποτυχία της κυβέρνησης να υπερασπιστεί την ελληνικότητα» υποστηρίζει ο Λ. Βουρνέλης.
Σύμφωνα με τον επίκουρο καθηγητή κοινωνικής ανθρωπολογίας στο Πανεπιστήμιο Carbondale, David Sutton, τα τελευταία δύο χρόνια τα τρόφιμα παίζουν έναν σημειολογικό-μεταφορικό ρόλο στη δημόσια σκηνή. Φράσεις όπως «Ποιος έφαγε τα λεφτά;» χρησιμοποιήθηκαν όχι μόνον από αγανακτισμένους πολίτες αλλά και από ορισμένους πολιτικούς στην Ελλάδα. Κατά τον Sutton η φράση «ποιος τα έφαγε» ήταν μια έκκληση δικαιοσύνης.
Ενα ακόμη πρόσωπο του ελληνικού κοινοβουλίου που επικαλούνται οι κοινωνικοί ανθρωπολόγοι ώστε να προβάλουν τη δύναμη που έχουν τα τρόφιμα όταν χρησιμοποιούνται ως «όπλα» εναντίον του συστήματος, είναι η βουλευτίνα του ΚΚΕ Λιάνα Κανέλλη, η οποία πριν από λίγον καιρό ανέβασε στο βήμα της Βουλής μια φραντζόλα ψωμιού και ένα μπουκάλι γάλα για να δείξει πόσο δυσβάστακτη οικονομικά είναι η πραγματικότητα, ώστε σε πολλούς ανθρώπους αυτά τα δύο είδη πρώτης ανάγκης να κοστίζουν μια μικρή περιουσία ετησίως.
«Κατά τη διάρκεια αυτής της επίδειξης, η οποία διήρκεσε λιγότερο από τρία λεπτά, μεταξύ άλλων, γίναμε μάρτυρες της δύναμης των τροφίμων να ενσαρκώσουν βασικές έννοιες, να προκαλέσουν σύγκρουση και να προβάλουν ευαισθησίες» επισημαίνει σε ανάλυση του ο Λ. Βουρνέλης.
Στον συμβολισμό τους, τα τρόφιμα έχουν την ικανότητα να ενσωματώνουν διάφορες αξίες. Δεν είναι τυχαίο ότι την επομένη της «ύψωσης» της φραντζόλας στη Βουλή και την έντονη διαμαρτυρία περί «προσβολής του ελληνικού κοινοβουλίου», το ΚΚΕ εξέδωσε ανακοίνωση στην οποία επικαλούνταν μια φράση του Μπέρτολντ Μπρεχτ: «Αυτοί που βρίσκονται σε υψηλές θέσεις θεωρούν ταπεινωτικό να μιλάνε για φαΐ».
Αυτό που φαίνεται πως κίνησε το ιδιαίτερο ενδιαφέρον του καθηγητή Sutton ήταν η περίφημη φράση του Θ. Πάγκαλου «Ολοι μαζί τα φάγαμε», συνδυασμένη με μια αρκετά δημοφιλή στη χώρα μας φωτογραφία που απεικονίζει τον έλληνα πολιτικό να τρώει πατατάκια. «Αυτή είναι μια εικόνα του Θεόδωρου Πάγκαλου, του εύσωμου αναπληρωτή πρωθυπουργού στην Ελλάδα που υποστήριξε ότι όλοι οι Ελληνες πρέπει να πληρώσουν για την τρέχουσα οικονομική κρίση, επειδή “όλοι έφαγαν μαζί”. Αυτή η φράση κίνησε την περιέργεια, όπως έδειξαν οι διάφορες μεταφορές που χρησιμοποιούνται σε διαφορετικές χώρες της Ευρώπης για να εκφράσουν την ιδέα του καταμερισμού της ευθύνης. Στην Ιρλανδία ελέχθη το “Ολοι μαζί στο πάρτι” και στη Βρετανία “Συμμετείχαμε όλοι μαζί σ’ αυτό…”».