Η είσοδος της Χρυσής Αυγής στη Βουλή, αντί να θέσει σε εγρήγορση τον πολιτικό κόσμο και τα ΜΜΕ και να αναδείξουν το προφίλ της οργάνωσης – τέτοιες ομάδες θρέφονται στην σκιά της δημόσιας εικόνας και λόγου – της επέτρεψε, αντίθετα, να εμβαθύνει, να αναδείξει τη σχέση της με την ΕΛ.ΑΣ και να να τη διαφημίσει για προπαγανδιστικούς λόγους. Αυτό προφανώς γίνεται σε ένα καθεστώς στενής συνεργασίας και ασυλίας, διαφορετικά τα φώτα της δημοσιότητας θα έπρεπε να αποθαρρύνουν την οργάνωση από τη δημοσιοποίηση των σχέσεών της με τις δυνάμεις της “τάξης”, όντας τέτοιας υφής που θα τη κατέτασσαν στη κατηγορία του “παρακράτους”, εν όψει της εισόδου της στη Βουλή.
Αν και αποδοκιμάστηκε επιφανειακά από πολιτικούς και δημοσιογράφους, η εκλογή της Χρυσής Αυγής δεν φαίνεται να απασχόλησε πολύ τη Πολιτεία και τα ΜΜΕ· είναι πολύ απασχολημένοι εξάλλου να στήνουν ένα τηλεοπτικό σκηνικό παρόμοιο με αυτό που προηγήθηκε τις ανακήρυξης του Λουκά Παπαδήμου ως πρωθυπουργού. Μετά από ολοήμερες επαναλαμβανόμενες, ατελέσφορες και τρομολαγνικές συζητήσεις (που υποτιμούν τη νοημοσύνη των ακροατών και θεατών τους), στο τέλος θα δούμε και δημοσκοπήσεις που θα ρωτούν πως “αισθάνονται” οι πολίτες πριν και μετά τον σχηματισμό κυβέρνησης, επιδιώκοντας να καταγράψουν την παραγόμενη “ανασφάλεια”, την οποία θα επικαλεστούν για τη κύρωση της όποιας εξευρεθείσας λύσης στο πρόβλημα διακυβέρνησης του τόπου – αναδεικνύοντας τον σχηματισμό μιας όποιας κυβέρνησης ως σημαντικότερο του σχηματισμού κυβέρνησης αντίστοιχης της λαϊκής βούλησης.
Αυτό είναι άλλη μια απόδειξη ότι το μήνυμα των εκλογών “δεν το έχουν πάρει” ή αρνούνται να το πάρουν και να παραδεχθούν την ευθύνη τους σε ουσιαστικό πολιτικό επίπεδο, αλλά και να αναγνωρίσουν τις αλλαγές που έχουν συντελεστεί κοινωνικά, ώστε παλαιές τακτικές να μην αποφέρουν τα προσδοκώμενα πολιτικά κέρδη, αλλά να γιγαντώνουν υπαρκτά προβλήματα, με σαφή κίνδυνο να απωλέσουν κάθε έλεγχο…αν στην πραγματικότητα τα θεωρούν “προβλήματα” κι αν αυτή η απώλεια ελέγχου, δυνητικά εκρηκτική σε κοινωνικό επίπεδο, δεν ενισχύεται παρασκηνιακά.
Ένα από αυτά τα προβλήματα είναι οι στενές σχέσεις μεταξύ ΕΛ.ΑΣ, πολιτικών κομμάτων και ακροδεξιών ομάδων, κυρίως της Χρυσής Αυγής. Οι δεσμοί είναι βέβαια ιστορικοί, αξίζει όμως να αναφερθούν ως ορόσημο τα πορίσματα μιας εσωτερικής έρευνας της Κρατικής Ασφάλειας, που πραγματοποιήθηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1990′ αλλά βγήκε στο φως μόλις το 2004 από την εφημερίδα “Τα Νέα”, σύμφωνα με την οποία:
“Τα περισσότερα μέλη της Χρυσής Αυγής οπλοφορούν παράνομα, προμηθευόμενοι όπλα από βουλευτές (σύμφωνα με την έκθεση οι βουλευτές προέρχονται από τη Ν.Δ.) και παρουσιάζονται ως συνοδοί τους”.
“η Χρυσή Αυγή διατηρεί ακόμη και σήμερα πολύ καλές σχέσεις και επαφές με εν ενεργεία αξιωματικούς και μόνιμους υπαξιωματικούς του στρατού, αλλά και με απόστρατους […] H Αστυνομία τούς προμήθευε με ασυρμάτους και κλομπ στο παρελθόν, στις μαζικές διαδηλώσεις, στις επετείους κυρίως της εξέγερσης του Πολυτεχνείου, αλλά και σε εκδηλώσεις του “αριστερίστικου και αναρχικού χώρου” για να εμφανίζονται ως “αγανακτισμένοι” πολίτες και να προκαλούν επεισόδια” (Για ένα ιστορικό των “συγκοινωνούντων δοχείων” ΕΛ.ΑΣ – Χρυσής Αυγής δείτε εδώ)
Σύμφωνα, δε, με τις αποκαλύψεις του Χάρη Κουσουμβρή, πρώην μέλους της Χρυσής Αυγής, στο βιβλίο του “Γκρεμίζοντας τον μύθο της Χρυσής Αυγής”:
“Ποιός χρηματοδοτούσε άραγε αυτή τη προσπάθεια; Απ’ ότι εμμέσως μας έδωσε να καταλάβουμε ο ίδιος ο διαβόητος “αρχηγός” της Χρυσής Αυγής, “αρπαχτές” γινόντουσαν απ’ όλους τους κομματικούς χώρους, καταπώς συνέφερε τα δύο μεγάλα κόμματα δηλ. ΠΑΣΟΚ και ΝΔ. Σύμφωνα με τα όσα μας έλεγε ο ίδιος, μια τέτοια χρηματοδότηση θα εξυπηρετούσε την “ιερότητα” του αγώνα μας. Τελικά αναλωνόμασταν σε μια μεγάλη στημένη βρωμιά. Ήμουν μάρτυρας – όχι μόνο εγώ αλλα και πολλοί άλλοι, όταν ο ίδιος ο “αρχηγός” μας έστειλε να συνοδεύσουμε σε εκδήλωση της ΟΝ.ΝΕ.Δ Βύρωνος τον Κ.Πλεύρη, όπου τον είχε καλεσμένο ο βουλευτής της ΝΔ, Τομπούλογλου”
Σε συνέντευξη του ιδίου στα Νέα, είχε δηλώσει:
“Ως ταμίας της “Χρυσής Αυγής”΄, είχα τη δυνατότητα να γνωρίζω ότι στο ταμείο δεν είχαμε ποτέ περισσότερα από 300-400 ευρώ. Με τα χρήματα αυτά δεν συντηρείται μια οργάνωση […] Το ποιος (χρηματοδοτούσε την οργάνωση) δεν το ξέρω με σιγουριά. Ξέρω όμως ότι το προεκλογικό μας υλικό για τις ευρωεκλογές είχε έρθει με δελτίο αποστολής από τα γραφεία μεγάλου κόμματος. Στη “Χρυσή Αυγή”΄ μας εκμεταλλεύτηκαν. Υπάρχουμε για να εξυπηρετούμε σκοπιμότητες.”
Χρησιμοποιώντας την Χρυσή Αυγή ως “ομάδα κρούσης” εναντίον αριστερών οργανώσεων και εκδηλώσεων – αλλά και ως αντιπολίτευση σε αναδυόμενα δεξιά κόμματα – και χρηματοδοτώντας την παρασκηνιακά, η επίσημη πολιτεία εξέθρεψε στους κόρφους της μια βίαιη, αυταρχική, μισαλλόδοξη και ρατσιστική οργάνωση και της προσέφερε ασυλία από διώξεις και ελεύθερο πεδίο δράσης ώστε να κάνει τη “βρώμικη δουλειά” με την οποία πολικά πρόσωπα και χώροι δεν θα ήθελαν να λερώσουν τα χέρια τους.
Αυτά τα πεπραγμένα, όμως, κρατούνταν κρυφά· οι στόχοι τους σαφείς, αλλά απονομιμοποιημένοι κοινωνικά και ιδεολογικά, με την έννοια ότι θα τους στοίχιζε πολιτικά η επίσημη παραδοχή τους, θα έπληττε το “δημοκρατικό” προφίλ τους. Η πολιτεία νομιμοποίησε όμως τους στόχους και την ιδεολογία της Χρυσής Αυγής, με την υποκριτική και διπρόσωπη αντιμετώπιση του προβλήματος, κυρίως, της λαθρομετανάστευσης: αφενός υπέγραψαν συμφωνίες που αύξησαν άδικα και δυσανάλογα τις υποχρεώσεις των χωρών-συνόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην αντιμετώπιση του φαινομένου, και αφετέρου επιδόθηκαν σε ακροδεξιά ψηφοθηρία μιλώντας για “ανακατάληψη” της χώρας, διοργανώνοντας προεκλογικά πογκρόμ κατά προσφύγων και οικονομικών μεταναστών και δημιουργώντας στρατόπεδα συγκέντρωσης – “αόριστης κράτησης” και “κλειστής φιλεξενίας” κατά τους πρωτοφανείς ισχυρισμούς του Μιχάλη Χρυσοχοΐδη – για ανθρώπους που στην πλειοψηφία τους δεν είχαν διαπράξει αδικήματα στην Ελλάδα. Έτσι, ως πολιτικά εξαρτώμενες δυνάμεις ικανοποιούσαν τα συμφέροντα του κέντρου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στη συνέχεια, ως συντηρητικές πολιτικές δυνάμεις, κερδοσκοπούσαν ενισχύοντας και επενδύοντας σε εθνικιστικά και ρατσιστικά αισθήματα του πληθυσμού.
Παρόμοια πολιτευόταν ταυτόχρονα και ο Nicolas Sarkozy στη Γαλλία, διεκδικώντας τους ψήφους των ακροδεξιών ψηφοφόρων, δίνοντας άλλο ένα παράδειγμα κακοποίησης του πατριωτισμού και του εθνικού φρονήματος από τις πολιτικές δυνάμεις που από τη μια προωθούν μέσω των οικονομικών μεταρρυθμίσεων την αποδυνάμωση του κοινωνικού ελέγχου επί της οικονομικής πολιτικής, υπονομεύοντας, εν τέλει, τη δημοκρατία και τα ίδια τα θεμέλια του “έθνους-κράτους”, κι από την άλλη προτάσσουν εκβιαστικά διλήμματα ενώπιον “εθνικών κρίσεων” τις οποίες οι ίδιοι δημιούργησαν και τις οποίες διατείνονται πως μόνοι αυτοί και μόνες οι πολιτικές επιλογές τους μπορούν να επιλύσουν.
Και μετά από αυτόν τον επεξηγηματικό πρόλογο, ας έρθουμε στο κύριο θέμα: την 9η Μαΐου διεξήχθησαν επιχειρήσεις της ΕΛ.ΑΣ στο κέντρο της Αθήνας εναντίον των μεταναστών-μικροπωλητών – τους οποίους στοχοποιούν ως υπεύθυνους για τη κρίση και την οικονομική ανέχεια των Ελλήνων πολιτών, αποκρύπτοντας την ενοχή τους και επενδύοντας στον τυφλό ρατσισμό – στις οποίες συμμετείχαν ανοιχτά, χωρίς καμία προσπάθεια συγκάλυψης, “αγανακτισμένοι πολίτες” που συχνά λάμβαναν την πρωτοβουλία στις εφόδους, φωνάζοντας και συνθήματα που χρησιμοποιεί η Χρυσή Αυγή (δείτε το βίντεο παρακάτω). Κατά την διάρκεια των επιχειρήσεων συνελήφθη από την αστυνομία και Ινδός καθηγητής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο, προφανώς λόγω χρώματος επιδερμίδας, ο οποίος αφέθηκε ελεύθερος μετά τις παρεμβάσεις των πανεπιστημιακών αρχών.
Αυτή η “νομιμοποίηση” της συνεργασίας ακροδεξιών ομάδων και Ελληνικής Αστυνομίας μόνο προάγγελος περαιτέρω κακών για το πολιτικό μέλλον του τόπου μπορεί να θεωρηθεί, ενώ η αδιαφορία των ΜΜΕ να ασχοληθούν με το θέμα ενισχύει περισσότερο τη δυναμική δράσης της οργάνωσης εναντίον των “εθνικών εχθρών” που αναγνωρίζει η (ακρο)δεξιά: των εργατικών συνδικαλιστικών οργανώσεων και των φυλετικά ξένων.